ενδοκυτταρικός

ενδοκυτταρικός
-ή, -ό
που βρίσκεται ή γίνεται μέσα στο κύτταρο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ενδοκυτταρικός — ή, ό αυτός που βρίσκεται στο εσωτερικό τού κυττάρου …   Dictionary of Greek

  • ενδοπαρασιτισμός ή ενδοκυτταρικός παρασιτισμός — Μορφή παρασιτισμού κατά την οποία το παράσιτο ζει και πολλαπλασιάζεται στο εσωτερικό του κυττάρου του ξενιστή. Οι ιοί αναφέρονται ως ενδοκυτταρικά παράσιτα, επειδή χρειάζονται υποχρεωτικά ένα κύτταρο ξενιστή για την αναπαραγωγή και την έκφραση… …   Dictionary of Greek

  • ραβδίτης — (I) ο, Ν βιολ. πρωτεϊνικός ενδοκυτταρικός σχηματισμός, με μορφή ραβδίου και άγνωστη λειτουργία, ο οποίος περιέχεται στο καλυπτήριο σύστημα τής πλανάριας. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ. πρβλ. αγγλ. rhabdite (< ράβδος + επίθημα ίτης)]. (II) ο, Ν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”